ΣΤΗΛΕΣ

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Δεν υπάρχει άλλη ήττα στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου που να πλήγωσε τόσο πολύ τα συναισθήματα μιας χώρας, όσο εκείνη της Βραζιλίας από την Ουρουγουάη, στο Μουντιάλ του 1950. To Sport24.gr γυρίζει πίσω στο χρόνο και παίρνει θέση στις κερκίδες του Μαρακανά σαν σήμερα 16 Ιουλίου, 61 χρόνια πριν … (picts+vids)

Έμεινε ως "η μέρα που έκλαψε η Βραζιλία". Πιο κυριολεκτικά δεν γίνεται. Μια ποδοσφαιρική αναμέτρηση που περίμενε ένας ολόκληρος λαός για να αισθανθεί υπερήφανος, και κατέληξε σε εθνική τραγωδία.

Ποια άλλη ήττα εξάλλου, έχει οδηγήσει ανθρώπους στην αυτοκτονία, πρωταγωνιστές να ακροβατούν μισό αιώνα ανάμεσα στη ντροπή και τον πόνο κι ένα έθνος σε αναζήτηση ταυτότητας. Ο αγώνας αυτός όμως δεν παύει να είναι παράλληλα και μια νίκη του μαχητικού πνεύματος της Ουρουγουάης, της "garra", που έδωσε ένα αλησμόνητο σκαμπίλι στους αλαζόνες οικοδεσπότες.

Ο Ναός του ποδοσφαίρου δημιουργείται

"Η Βραζιλία έχει πια το μεγαλύτερο και τελειότερο στάδιο του κόσμου, το οποίο εξυμνεί τις ικανότητες του λαού της και την πρόοδό της σε κάθε κλάδο της ανθρώπινης δραστηριότητας".

Με αυτόν τον τρόπο υποδεχόταν η εφημερίδα "A Noite" την ανέγερση του κολοσσιαίου γηπέδου. Το αχανές Μαρακανά, δημιουργήθηκε ώστε να στεγάσει τα όνειρα της Βραζιλίας για την διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αφού η χώρα είχε αναλάβει τη διεξαγωγή του πρώτου Μουντιάλ μετά την καταστροφική παρένθεση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όλες οι πυρετώδεις προετοιμασίες των Βραζιλιάνων στόχευαν σε ένα και μόνο πράγμα: την κατάκτηση του τροπαίου, για πρώτη φορά στην ιστορία της "Σελεσάο", μέσα στο νεότευκτο Μαρακανά που θα γέμιζε μέχρι… τα μπούνια από 200.000 αφιονισμένους οπαδούς.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Το "Μαρακανά", το 1950

Το σύστημα διεξαγωγής διαφοροποιήθηκε σε σχέση με τα τρία προηγούμενα Μουντιάλ και το μοντέλο των νοκ-άουτ παιχνιδιών. Οι 16 ομάδες που προβλέπονταν να συμμετάσχουν (τελικά πήγαν 13) θα χωρίζονταν σε τέσσερις ομίλους από ισάριθμες ομάδες, όπου οι πρώτες από κάθε γκρουπ θα περνούσαν στην επόμενη φάση. Εκεί θα έφτιαχναν ένα νέο όμιλο, και πρωταθλήτρια κόσμου θα ανακηρυσσόταν η ομάδα που θα τερμάτιζε στην κορυφή. Συνεπώς δεν υπήρχε κανένας τελικός αλλά ένα μίνι πρωτάθλημα.

Η Βραζιλία πέρασε πιο δύσκολα απ’ ότι φαινόταν στον τελικό όμιλο, το ίδιο έπραξαν Ισπανία και Σουηδία ενώ η Ουρουγουάη δίνοντας μόνο ένα παιχνίδι (λόγω της απόσυρσης τριών εκ των φιναλίστ) πήρε κι αυτή με τη σειρά της το εισιτήριο για το γκρουπ που θα έβγαζε το νέο Παγκόσμιο Πρωταθλητή.

Με τον στράικερ Αντεμίρ σε τρομερή φόρμα, και τους Ζιζίνιο, Ζαϊρ να "κεντάνε" στη μεσοεπιθετική γραμμή οι Βραζιλιάνοι διέλυσαν κυριολεκτικά Σουηδία και Ισπανία με 7-1 και 6-1 αντίστοιχα. Η "Σελέστε" από την πλευρά της αγκομαχούσε αλλά Βαρέλα και Γκίτζια την κρατούσαν ζωντανή. Η ισοπαλία με την Ισπανία και η νίκη μετά από αντεπίθεση στο τέλος κόντρα στη Σουηδία, την έφερναν στη δεύτερη θέση του ομίλου, ένα βαθμό πίσω από τους "καριόκας" (η νίκη έδινε 2 βαθμούς). Τα πάντα θα κρίνονταν στο τελευταίο ματς.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Από αριστερά προς τα δεξιά: Ζιζίνιο, Αντεμίρ και Ζαϊρ

Σκάβοντας το λάκκο

Την ώρα που οι δυο ομάδες ετοιμάζονταν για το τελευταίο τους παιχνίδι, η ατμόσφαιρα στη χώρα θύμιζε καρναβάλι. Η εφημερίδα "Gazeta Esportiva" έγραφε: "Αύριο νικάμε την Ουρουγουάη", και η "Mundo" δεν άφηνε την παραμικρή αμφιβολία έχοντας λεζάντα "Οι Παγκόσμιοι Πρωταθλητές" παρέα με φωτογραφία της "Σελεσάο". Ένας πραγματικός διαγωνισμός κομπορρημοσύνης και μεγαλομανίας λάβαινε μέρος.

Ο δήμαρχος του Ρίο απευθύνθηκε στο ίδιο mood προς τους παίκτες, πριν τον αγώνα: "Εσάς, τους ποδοσφαιριστές που σε λιγότερο από δύο ώρες εκατομμύρια συμπατριώτες σας θα σας επευφημούν ως παγκόσμιους πρωταθλητές! Εσάς που δεν έχετε αντίπαλο και θα υπερνικήσετε κάθε ανταγωνιστή, από τώρα σας χαιρετίζω ως νικητές!".

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

"Αυτοί είναι οι πρωταθλητές κόσμου". Τελεία και παύλα

Κάθε επίδειξη αλαζονείας, κάθε τυμπανοκρουσία, κάθε δήλωση καυχησιολογίας, αποτελούσε ακόμη μια φτυαριά με χώμα που έσκαβε τον τάφο της βραζιλιάνικης ομάδας. Μόνο ο προπονητής, Φλάβιο Κόστα, προσπαθούσε να βάλει φρένο στα πρόωρα πανηγύρια. "Φοβάμαι ότι οι παίκτες μου θα μπουν στο γήπεδο σα να έχουν κερδίσει το Κύπελλο. Το παιχνίδι με τους Ουρουγουανούς δεν είναι αγώνας επίδειξης αλλά ένα παιχνίδι δυσκολότερο από οποιοδήποτε άλλο". Φωνή βοώντος, εν τη μεθυσμένη πολιτεία.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Μερικοί ακόμοι πυχιαίοι τίτλοι: "Η Βραζιλία θα νικήσει" και "Το κύπελλο θα είναι δικό μας"

Στο στρατόπεδο της Ουρουγουάης διατηρούσαν το κεφάλι χαμηλά αλλά το φρόνημα υψηλά. Σε αυτό συνέβαλε τα μέγιστα η εμβληματική μορφή του Ομπντούλιο Βαρέλα. Ο θρυλικός αρχηγός της "Σελέστε" είδε τα διθυραμβικά πρωτοσέλιδα το πρωί της μέρα του τελικού, και αφού μάζεψε κάθε εφημερίδα τα αράδιασε μπροστά στους συμπαίκτες του καλώντας τους να τα κατουρήσουν. Οι παίκτες του Χουάν Λόπες, θα έδιναν τη μάχη τους μέχρις εσχάτων.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Ο μεγάλος αρχηγός, Ομπντούλιο Βαρέλα

Ο ίδιος ο τεχνικός της Ουρουγουάης θα έστηνε τη δική του παγίδα στους Βραζιλιάνους. Είχε παρατηρήσει ότι η "Σελεσάο" τα είχε βρει μπαστούνια κόντρα στην Ελβετία στην πρώτη φάση των ομίλων. Οι Ελβετοί χρησιμοποιούσαν ακόμα το "βερού", το σύστημα που καθιέρωσε ο Καρλ Ράπαν και αποτελούσε πρόδρομο του κατενάτσιο χρησιμοποιώντας ένα αμυντικό λίμπερο να "σκουπίζει" τις φάσεις, και αποφάσισε να φέρει τον Ματίας Γκονσάλες σε αυτό το ρόλο και τον πλάγιο αμυντικό Εουσέμπιο Τεχέρα κεντρικότερα. Οι δύο πλάγιοι μέσοι του κέντρου Γκαμπέτα και Αντράντε θα έπαιζαν πιο πίσω μαρκάροντας τους δαιμόνιους ακραίους των "καριόκας", Φριάσα και Τσίκο. Παρομοίως θα έπρατταν και οι επιθετικοί Μίγκες και Πέρες, πλαισιώνοντας στο κέντρο τον αρχηγό Ομπντούλιο Βαρέλα.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Το κλασικό W-M της εποχής που εφάρμοσε η Βραζιλία, και το κατά συνθήκη 1-3-3-3 της Ουρουγουάης

Την 16η Ιουλίου του 1950, το πανδαιμόνιο που δημιούργησε το μεγαλύτερο κοινό που παρακολούθησε ποτέ ποδοσφαιρικό αγώνα αποτελούμενο από 203.849 θεατές (ούτε 100 άτομα δεν ήταν Ουρουγουανοί), αρχικά καθήλωσε τους ποδοσφαριστές της "Σελέστε", με τον Χούλιο Πέρες να κατουράει μετά τα πρωτοσέλιδα... και το σορτσάκι του, από το φόβο και το άγχος της αναμέτρησης.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Εισιτήριο του μεγάλου αγώνα. Προσέξτε την τιμή

Η Βραζιλία πίεσε έντονα από την αρχή αλλά το σχέδιο του Λόπες φαινόταν να λειτουργεί και ο Μάσπολι κράταγε το μηδέν. Στο 28ο λεπτό έγινε μια φάση που ο αστικός μύθος λέει ότι άλλαξε τον ρου του αγώνα υπέρ της Ουρουγουαής. Ο αρχηγός Ομπντούλιο Βαρέλα κατά τη διάρκεια μιας αψιμαχίας έριξε μπουνιά στον Μπιγκόντε, τον αριστερό μπακ της "Σελεσάο", κάτι που ενδεχομένως και να έπαιξε ρόλο στην ψυχολογία των δύο ομάδων καθώς το επεισόδιο ενεργοποίησε για τα καλά τους συμπαίκτες του.

Όπως και να χει το ημίχρονο έληξε χωρίς τέρματα και ο κόσμος αγχωνόταν. Αδικαιολόγητα βέβαια γιατί η Βραζιλία βολευόταν με την ισοπαλία, όντας ένα βαθμό πάνω από τη "Σελέστε" στη βαθμολογία του ομίλου.

Με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου, έγινε κάτι που ίσως είναι το όνειρο κάθε παιδιού στη χώρα της σάμπα, να σκοράρει σε ένα τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου μέσα σε ένα κατάμεστο "Μαρακανά". Ο Φριάσα είναι ο μόνος που το έχει πετύχει ποτέ, αφού εκμεταλλευόμενος ασίστ του Αντεμίρ κάρφωσε τη μπάλα στην εστία του Μάσπολι και ο σπίκερ Λουίζ Μέντες γκάριξε: "ΓΚΟΟΟΟΟΟΟΛ ΝΤΟ ΜΠΡΑΖΙΙΙΙΙΙΙΙΟΥ!"

Ο Φριάσα σκοράρει και το "Μαρακανά" στο πόδι

Η "garra" όμως, η ψυχική δύναμη των Ουρουγουανών, αποδεικνύεται πολύ σκληρή για να λυγίσει ακόμα και μπροστά σε 200.000 παραληρούντες Βραζιλιάνους. Ο ατρόμητος κάπτεν, Ομπνούλιο Βαρέλα πήρε τη μπάλα από τα δίχτυα και λέγοντας "Ωραία, τώρα πάμε να νικήσουμε", έδωσε το σύνθημα της αντεπίθεσης.

Από δική του πάσα ξεκίνησε η ισοφάριση, στο 66ο λεπτό. Ο Ομπντούλιο δίνει στον Γκίτζια που περνάει τον Μπιγκόντε και ορμώντας από τα δεξιά πασάρει στον γκολτζή Πέπε Σκιαφίνο ο οποίος νικά τον Μπαρμπόζα. Βουβαμάρα. Αλλά ακόμα κι έτσι η Βραζιλία ήταν Πρωταθλήτρια, αρκεί να κράταγε έστω την ισοπαλία. Όμως το καθαρό μυαλό δεν υπήρχε στους παίκτες του Φλάβιο Κόστα, και η Ουρουγουάη είχε πάρει τα ηνία του ματς.

Ο Σκιαφίνο φαίρνει το ματς στα ίσια

Το έπος της σιωπής

"Μόνο τρεις άνθρωποι έχουν κάνει το Μαρακανά να σωπάσει με μία κίνηση: ο Φρανκ Σινάτρα, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ κι εγώ" είχε πει μοναδικά εύστοχα ο Αλσίδες Γκίτζια. Τω όντι το έκανε, όταν στο 79', ο πανέξυπνος έξω δεξιά της «Σελέστε» πέρασε πάλι τον Μπιγκόντε και μπήκε στην περιοχή, αλλά αντί να πασάρει επιλέγει να σουτάρει στην κλειστή γωνία του Μπαρμπόζα, αιφνιδιάζοντας τον γκολκίπερ των Βραζιλιάνων.

"Γκοοολ ντο Ουρουγκουάι…! Γκολ ντο Ουρουγκουάι;" είπε σα να μην πίστευε στα μάτια του ο Λουίζ Μέντες. Το Μαρακανά σώπασε με μιας. Ποτέ άλλοτε μια τέτοια σιωπή δεν ήταν τόσο… εκκωφαντική. Σχεδόν 200.000 άτομα που κατέκλυσαν το ναό του ποδοσφαίρου πάγωσαν στις θέσεις τους, ζώντας τον απόλυτο εφιάλτη. Η Βραζιλία, είχε ηττηθεί μέσα στο ίδιο της το σπίτι κάνοντας θρύψαλα τα όνειρα ενός λαού που κραύγαζε την ανάγκη για ανόρθωση του ηθικού του.

Γκίτζια και σοκ. Νεκρική σιγή στο "Μαρακανά"

"Εκείνη τη μέρα ήταν γραφτό να κερδίσουμε. Ακόμα κι αν έπαιζα εγώ τερματοφύλακας θα απέκρουα δύο πέναλτι κι αν ο Μάσπολι έπαιζε στην επίθεση θα σημείωνε δύο γκολ", δήλωσε μετά ο Ομάρ Μίγκες. Ο αρχηγός Ομπντούλιο Βαρέλα, παραλάμβανε το Κύπελλο "Ζιλ Ριμέ" και η Ουρουγουάη γινόταν Παγκόσμια Πρωταθλήτρια για δεύτερη φορά στην ιστορία της την ίδια στιγμή που η Βραζιλία βιθυζόταν στο δικό της μαρτύριο.

Μα γιατί;

Το γκολ του Γκίτζια έφερε μια σειρά τραγικών επιπτώσεων. Δεκάδες άτομα σε ολάκερη τη χώρα αυτοκτονούσαν μη μπορώντας να αντέξουν τον πόνο της ήττας. Στο Μαρακανά δύο άτομα σκοτώθηκαν πηδώντας από τις κερκίδες και στο Ρίο άλλοι πηδούσαν από τα μπαλκόνια. Ο κόσμος θρηνούσε. Πολλοί δήλωναν πως δεν θα ξαναπατήσουν σε γήπεδο. Η γρουσούζικη εμφάνιση του τελικού δεν φορέθηκε ποτέ ξανά από τη "Σελεσάο". Οι εφημερίδες κατάπιαν τα φύλλα της προηγούμενης ημέρας καθώς και όσα ετοίμαζαν με θριαμβολογίες. Το πρωτοσέλιδο "Nunca mais meu Brasil" (Ποτέ πια Βραζιλία μου) έφτανε για να αποτυπώσει άριστα την τραγικότητα του γεγονότος.

Οι λόγοι που έφεραν τη Βραζιλία στο χείλος του γκρεμού είναι ένα χαρακτηριστικό μείγμα που οδηγεί μαθηματικά στην αποτυχία. Υπερβολική σιγουριά, γιορτινό κλίμα πριν την ώρα του, υποτίμηση του αντιπάλου, η σιωπή του κόσμου όταν η ομάδα ήθελε τη βοήθειά του και φυσικά η ίδια η ομάδα της Ουρουγουάης. Η "Σελέστε" δεν ήταν κάποιο τυχαίο σύνολο. Παίκτες σταρ και σπουδαίες προσωπικότητες του λατινοαμερικανικού ποδοσφαίρου την εποχή εκείνη βρίσκονταν στην ενδεκάδα της, όπως ο Πέπε Σκιαφίνο, ο Αλσίδες Γκίτσια, ο Βίκτορ Αντράντε και φυσικά η ψυχάρα, Ομπντούλιο Βαρέλα.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Ο Γκίτζια παρά τον πόνο που προκάλεσε είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους Βραζιλιάνους. Στη φωτογραφία φιγουράρει με τα ίχνη του έχοντας την τιμή να είναι ο 100ος άνθρωπος που μπαίνει στο Hall Of Fame του Μαρακανά

Εξάλλου, οι Ουρουγουανοί μετρούσαν ήδη ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια και 7 τίτλους Κόπα Αμέρικα, κυρίως χάρη στην τρομερή φουρνιά τους στη δεκαετία του ’20.Την ίδια ώρα η Βραζιλία έφτανε σε τελικό Μουντιάλ για πρώτη φορά στην ιστορία της. Συν τοις άλλοις η τακτική του Χουάν Λόπες έπαιξε κι αυτή το ρόλο της στην εξέλιξη του παιχνιδιού όπως παραδέχτηκε και ο Ζιζίνιο, ωστόσο το πάθος και το πείσμα του Βαρέλα και των υπόλοιπων ήταν τα στοιχεία που έγειραν τελικά την πλάστιγγα προς "Σελέστε" μεριά.

Η ήττα αυτή πονά διαχρονικά και σε τέτοιο βαθμό τους Βραζιλιάνους, γιατί πολύ απλά λειτούργησε ακριβώς αντίθετα από τη νίκη των Δυτικογερμανών κατά των Ούγγρων, τέσσερα χρόνια μετά. Η κατάκτηση του Κυπέλλου έμοιαζε ως η καλύτερη ευκαιρία για ένα έθνος που είχε προσφάτως επανακτήσει τη δημοκρατία του ύστερα από μιάμιση δεκαετία δικτατορίας, να ορθώσει ξανά ανάστημα. Η νίκη θα σήμαινε και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις ενός καταταλαιπωρημένου λαού που είχε ήδη τις δικές του πληγές. Οι Γερμανοί μετο "θαύμα της Βέρνης" ξόρκισαν τα φαντάσματα του παρελθόντος, οι Βραζιλιάνοι όχι. Διατήρησαν το φόβο ότι δεν έχουν πραγματικό σθένος για να πετύχουν κάτι σπουδαίο. Ο Άλεξ Μπέλος στο μοναδικό βιβλίο του "Futebol: A Brazilian way of life", με μια φράση δίνει όλο το ζουμί: "Σήμερα, ο πόνος της τότε Βραζιλίας, ερμηνεύεται ως αναπόφεκτο βήμα στην ενηλικίωση του έθνους".

Το ποδόσφαιρο κλήθηκε να μπαλώσει τη φτώχεια, την εξαθλίωση, την ραγισμένη υπερηφάνεια και το κοινωνικό χάσμα της χώρας, τον ρατσισμό που μάστιζε και μαστίζει τη Βραζιλία. Δεν είναι τυχαίο που και οι τρεις ποδοσφαιριστές που οι φίλαθλοι θεωρούν ως τους βασικούς υπεύθυνους της ήττας, ήταν νέγροι. Παρά τα πέντε Παγκόσμια Κύπελλα που κατέκτησαν, οι Βραζιλιάνοι δεν θα ξεχάσουν ποτέ, μα ποτέ, το τραύμα που γέννησε στην ψυχή τους, η ήττα από την Ουρουγουάη στο Μαρακανά.

Ένας άνθρωπος στην ασυγχώρητη μοναξιά

Θα μπορούσε να είναι κάποιος τραγικός ήρωας του Σοφοκλή, από αυτούς που θαρρείς ότι κινούνται ανάμεσα στη ζωή και το σκοτάδι πατώντας με το ένα πόδι είτε στη μία είτε στην άλλη πλευρά. Από τη στιγμή που ο Γκίτζια σκόραρε εκείνο το καταραμένο νικητήριο γκολ της Ουρουγουάης ξεκίνησε η τραγωδία του τερματοφύλακα της Βραζιλίας, Μοασίρ Μπαρμπόζα.

"Η μεγαλύτερη τιμωρία στη Βραζιλία είναι 30 χρόνια φυλακή, αλλά εγώ πληρώνω για κάτι που δεν είμαι υπεύθυνος, 50 χρόνια τώρα" είχε πει ο Μπαρμπόζα. Πέθανε πάμπτωχος, από καρδιακή προσβολή, με τον ίδιο τρόπο που πέθαναν και κάπιοιο φίλαθλοι από το γκολ που δέχτηκε, την αποφράδα μέρα εκείνου του Ιούλη, το 1950.

Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά

Ο Μοασίρ Μπαρμπόζα μεγάλος πια, αλλά πάντα στιγματισμένος

Και όντως έτσι έγινε. Το θλιβερό της όλης υπόθεσης, πέραν του ότι ο Βραζιλιάνος πορτιέρο αποτελεί τον ορισμό της έννοιας "εξιλαστήριο θύμα", είναι ότι δεν τον άφησαν ποτέ να ξεχάσει. Το 1993, 43 χρόνια μετά τον τελικό, του απαγορεύτηκε να σχολιάσει έναν αγώνα στην τηλεοπτική του μετάδοση. Ο Μάριο Ζαγκάλο επίσης, τον είχε διώξει από την προπόνηση Βραζιλίας για να μη φέρει γρουσούζικη αύρα στην ομάδα.

Όπως είπε πάλι ο ίδιος, περίπου 20 χρόνια μετά τον οδυνηρό τελικό, έζησε τη χειρότερή του στιγμή όταν βρισκόταν σε ένα μαγαζί και μόλις τον αντιλήφθηκε μια γυναίκα, είπε στο γιο της "Τον βλέπεις αυτόν αγόρι μου; Αυτός ‘κρέμασε’ τη Βραζιλία".

Οι δύο σχεδόν δεκαετίες που δούλεψε σαν υπάλληλος του Μαρακανά, του έφεραν ως δώρο τα ξύλινα δοκάρια του γηπέδου. Ένα μεσημέρι είχε καλέσει τους φίλους του για μπάρμπεκιου, και ξάφνου μια μυρωδιά λαδομπογιάς ήρθε στη μύτη όλων. Ο Μπαρμπόζα, έκαιγε τα δοκάρια που του σημάδεψαν την ψυχή.

Ο Μπιγκόντε, που είχε δεχθεί την αγκωνιά του Βαρέλα, έμεινε ως ο "δειλός", τα… σκάγια πήραν και τον έτερο νέγρο αμυντικό Ζουβενάλ, και ο Μπαρμπόζα καταδικάστηκε στον δικό του κοινωνικό εξωστρακισμό. Μάλιστα μετά τον ίδιο, ο επόμενος βασικός έγχρωμος τερματοφύλακας της Βραζιλίας ήταν ο Ντίντα, περίπου 50 χρόνια αργότερα.

Είπαμε, η ήττα αυτή δεν ήταν μια απλή ήττα για τον βραζιλιάνικο λαό, και το εξέφρασε με τον καλύτερο τρόπο ο θρυλικός δημοσιογράφος, Νέλσον Ροντρίγκεζ: "Κάθε έθνος έχει τη δική του αθεράπευτη εθνική καταστροφή, κάτι σαν τη Χιροσίμα στην Ιαπωνία. Η δική μας Χιροσίμα, ήταν η ήττα από την Ουρουγουάη το 1950".

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ